|
|
|
|
|
|
Τα "γένη γλωσσών" είναι το θεμέλιον, επάνω εις το οποίον οικοδομούνται όλα τα άλλα χαρίσματα, που αναστέλλονται προσωρινώς μόνον κατά την διάρκειαν του δοξασμού (Α' Κορ. 13:8). Ως απόστολος ο Παύλος κατατάσσει τον εαυτόν του εις την κορυφήν του καταλόγου των μελών, που "έθετο ο Θεός εν τη Εκκλησία". Όμως διατηρεί ακόμη "τά γένη γλωσσών," δηλαδή το κατώτερον των χαρισμάτων. Γράφει: "Ευχαριστώ τω Θεώ, πάντων υμών μάλλον γλώσσαις λαλώ," (Α' Κορ. 14:18). Αυτό σημαίνει, ότι τα "γένη γλωσσών" ανήκουν εις όλα τα επίπεδα των χαρισμάτων εντός του σώματος του Χριστού. Με το "μή πάντες γλώσσαις λαλούσι;" ο Παύλος εννοεί τους "ιδιώτας," οι οποίοι δεν αριθμούνται μεταξύ των ναών του Αγίου Πνεύματος και μελών του σώματος του Χριστού (1 Κορ. 12:28).
|
|
|
|
|
|
|
Ο φωτισμός και ο δοξασμός των μελών του σώματος του Χριστού δεν είναι βαθμοί αυθεντίας προερχόμενοι από ανθρωπίνην υπόδειξιν ή εκλογήν. Είναι εκ Θεού χαρίσματα προς εκείνους που συνειργάσθησαν με φωτισμένους και θεουμένους, δια να τους διαδεχθούν ως θεραπευμένοι και τελειοποιημένοι ίνα διατηρήσουν ούτω την αποστολικήν αυτήν παράδοσιν και διαδοχήν από γενεάν εις γενεάν. Το ότι ο Παύλος καλεί τα μέλη των κατωτέρων βαθμίδων θεραπείας και τελειότητος να αναζητήσουν τα κρείττονα χαρίσματα σημαίνει σαφώς, ότι όλοι οφείλουν και δύνανται να γίνουν προφήται, δηλαδή να φθάσουν εις τον δοξασμόν. "Θέλω δε πάντας υμάς λαλείν γλώσσαις, μάλλον δε ίνα προφητεύητε"(Α' Κορ. 14:5).
|
|
|
|
|
|
|
4) Νευρολογική Κλινική
Η Εκκλησία εις την περιγραφήν του Παύλου ομοιάζει με ψυχιατρικήν κλινικήν. Η αντίληψίς του όμως δια την νόσον της ανθρωπίνης προσωπικότητος είναι πολύ πιό διορατική απ' ό,τι είναι σήμερον γνωστόν εις την σύγχρονον ιατρικήν. Δια να κατανοήσωμεν αυτήν την πραγματικότητα, πρέπει να ίδωμεν μέσω του Παύλου την Βιβλικήν κατανόησιν της φυσιολογικής και της μη φυσιολογικής καταστάσεως του ανθρώπου.
|
|
|
|
|
|
|
Ο νοσών άνθρωπος αποκαθίσταται εις την φυσιολογικήν του κατάστασιν, όταν οδηγήται "εις πάσαν την αλήθειαν" υπό του Πνεύματος της Αληθείας, δηλαδή εις την θέαν του Χριστού εν τη δόξη του Πατρός Του (Ιω. 17). Οι άνθρωποι που δεν βλέπουν την δόξαν του Θεού δεν είναι φυσιολογικοί. "Πάντες ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού" (Ρωμ. 3:23). Με άλλα λόγια ο μόνος άνθρωπος, που εγεννήθη εις την φυσιολογικήν Του κατάστασιν είναι ο Κύριος της δόξης ο Οποίος γεννηθείς σαρκί εκ της Θεοτόκου ανέλαβε εκουσίως τα αδιάβλητα πάθη (τ.έ. πείναν, δίψαν, κόπωσιν, ύπνον, φθοράν, θάνατον, φόβον θανάτου), παρ' ότι ως κατά φύσιν πηγή της ακτίστου "δόξης," καταργεί ταύτα. Η άλλη όψις του εν λόγω θέματος είναι, ότι ο Θεός δεν αποκαλύπτει την δόξαν Του εις τον καθένα, διότι δεν θέλει να κολάση τους μη καταλλήλως προητοιμασμένους με ανιδιοτελή αγάπην. Η έκπληξις των προφητών της Π. Δ., ότι ηδύναντο να ζούν ακόμη, παρ' ότι είδον τον θεόν, και η παράκλησις του λαού προς τον Μωϋσή να ζητήση από τον Θεόν να σταματήση να δείχνη την δόξαν Του, την οποίαν δεν ηδύναντο να υποφέρουν πλέον, είναι εν προκειμένω σαφώς επιβεβαιωτικά.
|
|
|
|
|
|
|
|