Ιστοσελίδα του Ενοριακού Ναού Εισοδίων Θεοτόκου Ημεροβιγλίου Θήρας - Καλωσήλθατε στην ενορία μας
 
Τα εκκλησάκια μας
 
Ενότητες
Καλωσόρισμα
Το Μυστήριο του Γάμου
Ιεραποστολικά
Ενοριακό συμπόσιο
Ορθόδοξο γλωσσάρι
Προσευχητάρι
Παραδοσιακές Συνταγές
Τα παράξενα του κόσμου
Προτεινόμενα βιβλία
Τεχνότοπος
Πατερικός λόγος
Ορθοδοξία
Θεολογία Εικόνων
Αγιογραφίες- Ψηφιδωτά
Γνωρίζετε ότι...
Αγιορείτικη ματιά
Με ποιητική διάθεση
To Μυστήριο της βάπτισης
Λαογραφικά
Ιστορία
Το γεροντικό
Αλήθειες
Νηστείες της εκκλησίας
Σχόλια στις παραβολές
Αφιερώματα
Λόγος Επίκαιρος
Orthodox Speech
in English
Το BLOG (ιστολόγιο) της Ενορίας μας -Για θέματα επικαιρότητας
 
 
e-mail
 
ENGLISH
 
Αλήθειες
Μητροπολίτης Ναυπάκτου π. Ιερόθεος.



Εδώ σε αυτή την ενότητα σας παρουσιάζουμε με ιδιαίτερη τιμή άρθρα και κείμενα του επισκόπου Ναυπάκτου π. Ιερόθεου.

Η ενότητα περιέχει τα εξείς:

α) Eίναι μεταμοντέρνα η Ορθοδοξία;
β) Οι σχέσεις και ο χωρισμός Εκκλησίας και Πολιτείας.
Γ)ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ .
Δ) OΙ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΙΣ ΑΠΟ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ.
Ε) Η κατά Χριστόν σαλότης.
ΣΤ) Ορθοδοξία και πλούτος.
Ζ) Θεολογική προσέγγιση της καύσεως των νεκρών και οι εκκλησιολογικές επιπτώσεις.
Η)Ορθόδοξος ανθρωπισμός
Θ)Η πάλη με τον Θεό




Α)Eίναι μεταμοντέρνα η Ορθοδοξία;

Μελετώντας κανείς την κατάσταση που κυριαρχεί στη Δύση, πρέπει να αναφερθεί στο πώς ο δυτικός κόσμος πέρασε από τον Διαφωτισμό στον Μεταμοντερνισμό. Πρόκειται για μια κίνηση που χρειάζεται ειδική μελέτη, γιατί παρουσιάζει και την αγωνία του ανθρώπου, αλλά και την αδυναμία πολλών νέων συστημάτων να τον αναπαύσουν.

Στην Ευρώπη, μετά την αποκοπή της από τον Ορθόδοξη Ανατολή, αυτό που ονομάζουμε Βυζάντιο - Ρωμανία, παρατηρήθηκε μια έντονη ζύμωση για την εύρεση της αυτοσυνειδησίας της. Προσπάθησαν, δηλαδή, οι άνθρωποι να βρουν την ταυτότητά τους και να δημιουργήσουν ένα δικό τους πολιτιστικό ρεύμα. Στον χώρο της δυτικής θεολογίας αναπτύχθηκε ο Σχολαστικισμός, ο οποίος χρησιμοποιώντας αριστοτελική ορολογία και μεθοδολογία προσπαθούσε να οριοθετήσει τον Θεό και όλα όσα έχουν σχέση με τη σωτηρία του ανθρώπου.

Η Αναγέννηση υπήρξε ένας καθοριστικός σταθμός στην ιστορία του ευρωπαϊκού πολιτισμού και μάλιστα χαρακτηριστικό γνώρισμά της είναι η στροφή των ανθρώπων στις κλασικές σπουδές, κατ' αρχάς στον Αριστοτέλη, έπειτα στον Πλάτωνα. Μετά την Αναγέννηση αναπτύχθηκαν διάφορα φιλοσοφικά ρεύματα. Ο Kenneth Gergen, στο βιβλίο του The Saturated Self, παρουσιάζει εκφραστικότατα τα ρεύματα, τα οποία παρατηρήθηκαν στον δυτικό χώρο.

Τον 18ο αιώνα κυριάρχησε ο Διαφωτισμός, του οποίου κύρια στοιχεία είναι ο ορθός λόγος και η παρατήρηση. Στο τέλος του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνος παρατηρήθηκε η έξαρση του Ρομαντισμού, ο οποίος αμφισβήτησε την υπεροχή της λογικής και της παρατήρησης και έτσι δημιουργήθηκε ένας καινούργιος κόσμος, ο κόσμος της βαθύτερης ενδοχώρας, που βρίσκεται κάτω από το επίστρωμα της συνειδητής λογικής. Ο Ρομαντισμός έδωσε σημασία στο βάθος του ανθρώπου, στην καλλιέργεια του έρωτα, της φαντασίας και, βέβαια, η κίνηση του Ρομαντισμού φαίνεται διάχυτα στη μουσική, στον καλλιτεχνικό τομέα, στον αλτρουισμό και στη θυσία χάρη των άλλων ανθρώπων. Στα τέλη του 19ου αιώνος και στον 20ό αιώνα εξασθένησε ο Ρομαντισμός και παρατηρήθηκε η άνοδος του Μοντερνισμού ή της Νεωτερικότητας, που συνιστά την επιστροφή στον Διαφωτισμό, με προοπτική την αναβάθμιση της ζωής του ανθρώπου. Τέλος, στη σύγχρονη εποχή παρατηρείται από επιστήμονες που μελετούν τα κοινωνικά φαινόμενα, κυρίως στον δυτικό χώρο, η εμφάνιση του μεταμοντέρνου πολιτισμού ή της λεγόμενης Μετανεωτερικότητας, αφού διαπιστώθηκε ότι το λεγόμενο νεωτερικό παράδειγμα, το οποίο υποσχόταν καλύτερον κόσμο, απέτυχε στην προσπάθεια να δώσει λύσεις. Και πράγματι διαπιστώνεται ότι αυτή η Μετανεωτερικότητα ή το Μεταμοντέρνο είναι εκείνο που κυριαρχεί στις ημέρες μας.

Τα ιδιαίτερα γνωρίσματα τα οποία χαρακτηρίζουν τον μεταμοντερνικό πολιτισμό ή τη λεγόμενη μεταμοντερνική εποχή είναι «η αμφισβήτηση της αυθεντίας» «η κατάρρευση της λογικής τάξης», «η απώλεια του αναγνωρίσιμου», καθώς ο άνθρωπος με την πάροδο του χρόνου αντιλαμβάνεται την πολυπλοκότητα των πραγμάτων.

Ισως πρέπει να χαρακτηρίσουμε το κίνημα του Μεταμοντερνισμού ως ένα κίνημα πλουραλισμού σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής του ανθρώπου, ακόμη και στη θρησκευτική του ζωή. Ο Μεταμοντερνισμός στον θρησκευτικό χώρο εκδηλώνεται ως ένας συγκρητισμός, ως μία οικουμενική θεώρηση της θρησκείας, σύμφωνα με την οποία όλοι οι πιστοί των θρησκειών πρέπει να αποδεσμευθούν από τους φραγμούς της θρησκείας τους και να συνεννοούνται με τους οπαδούς των άλλων θρησκειών.

Εκτός αυτού ο Μεταμοντερνισμός συνδέεται και με τη στροφή του ανθρώπου από τον εαυτό του στη σχέση, στην κοινωνία με τους άλλους. Ο Διαφωτισμός, ο Ρομαντισμός και ο Μοντερνισμός, καλλιεργώντας ο καθένας αντίστοιχα τη λογική ή το συναίσθημα, κρατούσαν τον άνθρωπο κλεισμένο μέσα στα όρια του εαυτού του και τον θεωρούσαν σαν «μια απομονωμένη, σχεδόν μηχανική οντότητα». Στη μεταμοντέρνα αντίληψη της κοινωνίας του ανθρώπου και του κόσμου δίνεται μεγάλη σημασία στη σχέση του ενός προς τον άλλον.

Ολα αυτά που αναφέραμε προηγουμένως δείχνουν καθαρά ότι στον δυτικό κόσμο υπάρχει μεγάλη σύγχυση γύρω από τον καθορισμό του τι είναι ο άνθρωπος, ποια είναι η οντολογία του και πώς καθορίζονται οι σχέσεις του με την επιστημονική και κοινωνική του ζωή. Φαίνεται ακόμη ότι ο σύγχρονος δυτικός άνθρωπος αναζητεί διέξοδο από το αδιέξοδο της ζωής του.

Τι σημαίνουν όλα αυτά από ορθοδόξου προοπτικής;

Πρώτον. Η Ορθόδοξη Εκκλησία και μάλιστα ο χώρος αυτός ο οποίος κυριαρχείται από την ορθόδοξη σκέψη δεν γνώρισε, σε καθολικό επίπεδο, αναγεννήσεις, διαφωτισμούς, ρομαντισμούς, μοντερνισμούς, μεταμοντερνισμούς, αλλά διακρίνεται για μια σταθερότητα. Αυτό συμβαίνει, γιατί από την αρχαία ακόμη εποχή η ελληνορθόδοξη παράδοση κάνει λόγο για το πρόσωπο, το οποίο πρόσωπο έχει αγάπη και ελευθερία. Με την αγάπη έχει σχέση με τους άλλους ανθρώπους, τις άλλες υποστάσεις, και με την ελευθερία διακρίνεται για την ετερότητα. Η Ορθόδοξη Εκκλησία με τις σταθερές αυτές διδασκαλίες, που είναι τελικά τρόπος ζωής, βρίσκεται στο μέσον μεταξύ του ατομικισμού και του κολεκτιβισμού, οπότε δημιουργεί αληθινές σχέσεις και ολοκληρώνει τον άνθρωπο ως πρόσωπο. Ετσι, η Ορθόδοξη Εκκλησία κινείται πέρα από τον Μοντερνισμό και τον Μεταμοντερνισμό.

Δεύτερον. Εχουμε κατά καιρούς και στον δικό μας χώρο επιδράσεις όλων αυτών των ρευμάτων. Με άλλα λόγια, υπήρξαν άνθρωποι που μετέφεραν απόψεις του Διαφωτισμού, του Ρομαντισμού, του Μοντερνισμού και του Μεταμοντερνισμού, με τη διαφορά ότι αυτοί οι «μεταπράτες» μετέφεραν τις ανάλογες ιδέες που επικρατούσαν στον δυτικό χώρο, με καθυστέρηση πολλών ετών, και συνήθως αυτοί οι άνθρωποι αγνοούσαν το βάθος της ελληνορθοδόξου παραδόσεως.

Πράγματι, ενώ τον 19ο αιώνα στη Δύση επικρατούσε ο Ρομαντισμός, στην Ελλάδα αναπτυσσόταν ή μεταφερόταν το πνεύμα του Διαφωτισμού, με την επιστροφή στην αρχαία Ελλάδα. Ενώ στο τέλος του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνος στη Δύση επικρατούσε ο Μοντερνισμός, στον τόπο μας κυριαρχούσε ο Ρομαντισμός: ο Μοντερνισμός ήλθε με καθυστέρηση πολλών ετών. Επίσης, ενώ στην εποχή μας στην Αμερική παρατηρείται κρίση του Μεταμοντερνισμού και αναζητείται η βοήθεια της ελληνορθοδόξου παραδόσεως σχετικά με την έννοια του προσώπου και τις σχέσεις του προσώπου με την όλη κοινωνική ζωή, στη χώρα μας αρχίζει να έρχεται το ρεύμα του Μεταμοντερνισμού, ως πλουραλισμού και συγκρητισμού.

Επειτα, όσοι μεταφέρουν τις ιδέες των δυτικών ρευμάτων στον χώρο μας αγνοούν την ευρωστία και τη δυναμικότητα της Ελληνορθοδόξου Παραδόσεως, γιατί αν τη γνώριζαν, όπως εκφράζεται στα έργα των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας και όπως βιώνεται σήμερα στις καλά οργανωμένες εκκλησιαστικές κοινότητες (μοναστηριακές και ενοριακές), τότε θα την εκτιμούσαν και θα την προσέφεραν ως απάντηση και λύση στις αναζητήσεις των δυτικών ανθρώπων.

Πάντως, ο Διαφωτισμός, που ήταν απόρροια της Αναγεννήσεως και δημιούργησε διάφορες ανακατατάξεις στον δυτικό χώρο, με την εμφάνιση νέων ρευμάτων και κινημάτων, δεν έλυσε τα βασικά οντολογικά προβλήματα του ανθρώπου.

Γ) Οι σχέσεις και ο χωρισμός Εκκλησίας και Πολιτείας.
α)Η Εκκλησία δεν περιορίζεται μόνον σε μια ομάδα εκκλησιαζομένων πιστών, γιατί αυτό θα συνιστούσε μια ευσεβιστική οργάνωση, αλλά ούτε, βέβαια, εξαντλείται σε μια λεγομένη αόρατη Εκκλησία .

β)Πρέπει απαραίτητα να αντικατασταθεί από τις συζητήσεις μας και τα γραπτά μας κείμενα η ανεδαφική, αντιπαραδοσιακή και ξενότροπη φράση «σχέση και χωρισμός Εκκλησίας και Πολιτείας» από τη φράση «σχέση και χωρισμός εκκλησιαστικής και κρατικής διοικήσεως», που ανταποκρίνεται στη ρεαλιστικότητα του θέματος αυτού .

γ)Μέλη της Εκκλησίας είναι όσοι έχουν βαπτισθεί, και κατά την αριστοτέλεια ορολογία είναι τα δυνάμει και ενεργεία μέλη της .

Συχνά εξαναγκάζομαι να ομιλώ για τις σχέσεις και τον χωρισμό Εκκλησίας και Πολιτείας, ιδίως τον τελευταίο καιρό, γιατί γίνονται πολλές συζητήσεις και αναφορές στο θέμα αυτό. Βέβαια, το θέμα του χωρισμού Εκκλησίας και Πολιτείας δεν τέθηκε από τα δύο μεγάλα κόμματα προς συζήτηση κατά την αναθεώρηση του Συντάγματος, που γίνεται αυτή την εποχή από τη Βουλή, ακριβώς γιατί είναι δυσχερής η όλη αντιμετώπισή του από πλευράς νομικής, κοινωνικής και πολιτισμικής. .

Αφορμή για να γράψω αυτό το άρθρο υπήρξε η συνεχής αναφορά του όρου Εκκλησία και Πολιτεία στην προσπάθεια να προσδιορισθούν οι σχέσεις και οι αποκλίσεις μεταξύ αυτών των δύο μεγεθών, ενώ θεωρώ ότι επικρατεί μια εννοιολογική σύγχυση μεταξύ των όρων Εκκλησία και Πολιτεία. Και είναι γνωστόν ότι πριν από κάθε συζήτηση είναι αναγκαίος ο εννοιολογικός καθορισμός των εννοιών, σύμφωνα με τον λόγο του Αντισθένους, κατά την μαρτυρία του Επικτήτου: «Αρχή παιδεύσεως η των ονομάτων επίσκεψις». .

1. Ο όρος Εκκλησία έχει φορτισθεί κατ' αρχάς με κοινωνική και αργότερα με πνευματική σημασία. Στην αρχαία Ελλάδα, όπως το βλέπουμε σε πολλούς συγγραφείς, ήτοι τον Θουκυδίδη, τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη κ.ά., η Εκκλησία σήμαινε τη συνέλευση των πολιτών για να συζητήσουν διάφορα θέματα που απασχολούσαν την πόλη. Ο Χριστιανισμός προσέλαβε αυτόν τον όρο και του έδωσε πνευματική και οντολογική διάσταση, αφού η Εκκλησία είναι το Σώμα του Χριστού, το οποίο έλαβε ο Χριστός με την ενανθρώπησή Του και του οποίου Σώματος μέλη είναι οι βεβαπτισμένοι και βεβαιόπιστοι, και βέβαια κεφαλή αυτού του Σώματος είναι ο Χριστός. Μέλη, επομένως, της Εκκλησίας είναι όσοι έχουν βαπτισθεί, και κατά την αριστοτέλεια ορολογία είναι τα δυνάμει και ενεργεία μέλη της. Για παράδειγμα, κάποιος που έχει βαπτισθεί και στη συνέχεια ζει μια άστατη ζωή, για την Εκκλησία θεωρείται δυνάμει μέλος της, αφού είναι ενδεχόμενο μετά από ένα χρονικό διάστημα να ενεργοποιηθεί εντός του η Χάρη του Βαπτίσματος και να γίνει ενεργεία μέλος της. Μπορεί δε να συμβεί και το αντίστροφο. Με αυτήν την προοπτική η Εκκλησία δεν περιορίζεται μόνον σε μια ομάδα εκκλησιαζομένων πιστών, γιατί αυτό θα συνιστούσε μια ευσεβιστική οργάνωση, αλλά ούτε, βέβαια, εξαντλείται σε μια λεγομένη αόρατη Εκκλησία.

Σύστημα πολιτών .

Εξάλλου η έννοια της Πολιτείας προσδιορίζεται από το σύνολο των πολιτών που κατοικούν σε μια χώρα. Κατ' αρχάς ο όρος Πολιτεία παραπέμπει στην πόλη και τη διοργάνωση της πόλης, αργότερα όμως με την εμφάνιση των Εθνικών Κρατών ο όρος Πολιτεία συνδέεται με την Κυβέρνηση ή τη διοίκηση ενός Κράτους. Ο Πλάτων στην «Πολιτεία» του ισχυρίζεται ότι η ανάγκη των ανθρώπων για αλληλοβοήθεια τους οδήγησε στη σύσταση μιας κοινότητας και αργότερα στην οργάνωση αυτής της κοινότητας σε πόλη, από την οποία προήλθε και ο όρος Πολιτεία. Και ο Αριστοτέλης κάνει λόγο για την ανάγκη των ανθρώπων να οργανωθούν σε μια Πολιτεία, αφού ο άνθρωπος είναι ζώον «πολιτικόν και συζήν πεφυκός». Σήμερα όμως ως Πολιτεία χαρακτηρίζεται το σύνολο και το σύστημα των πολιτών που κατοικούν σε ένα Κράτος, κυρίως δε η όλη διοικητική διάρθρωση η οποία καθορίζεται από συντάγματα, νόμους κλπ.

Με αυτήν την έννοια, λοιπόν, στη χώρα μας, στην οποία κυριαρχεί η Ορθόδοξη Εκκλησία κατά τη μεγάλη πλειοψηφία (97%), τα μέλη της Εκκλησίας είναι ταυτοχρόνως και μέλη της Πολιτείας, οπότε είναι δυσχερής ο λεγόμενος χωρισμός μεταξύ «Εκκλησίας και Πολιτείας», με τη σύγχρονη αυτή σημασία του όρου. Πώς μπορεί κανείς να χωρίσει τους πολίτες της Πολιτείας από τα μέλη της Εκκλησίας, αφού και αυτοί οι κυβερνητικοί παράγοντες ανήκουν στην Εκκλησία; .

2. Αντιλαμβάνομαι την αντίρρηση ότι όταν γίνεται λόγος για σχέση και χωρισμό Εκκλησίας και Πολιτείας αυτό λέγεται με την έννοια της σχέσης ή του χωρισμού της Ιεράς Συνόδου από το Κράτος ή την Κυβέρνηση. Αλλά και με αυτήν την έννοια επιτείνεται η σύγχυση. Διότι δεν μπορεί από Ορθοδόξου Εκκλησιολογίας να ταυτισθεί η Εκκλησία με την Ιεραρχία και γενικότερα με τους κληρικούς. Προσωπικά εξανίσταμαι όταν γίνεται αυτή η σύγχυση, όταν δηλαδή με ερωτούν «τι λέγει η Εκκλησία για το θέμα αυτό» και εννοούν «τι λέγει η Ιερά Σύνοδος». Η Ιερά Σύνοδος των Ιεραρχών πρέπει να εκφράζει την Εκκλησία, την κοινωνία των αγίων και το πλήρωμα της εκκλησιαστικής κοινότητος, αλλά δεν είναι η Εκκλησία με την απόλυτη σημασία της λέξεως. Αλλά και η Πολιτεία δεν μπορεί να ταυτισθεί απόλυτα με την Κυβέρνηση μιας χώρας, διότι η Πολιτεία είναι ένας ευρύτερος θεσμός, που αναφέρεται εκτός από τον κυβερνητικό τομέα και στον ανώτατο Αρχοντα της Χώρας, στις Τοπικές Αυτοδιοικήσεις, στην κοινωνία των πολιτών, στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, αλλά ακόμη και στις μη κυβερνητικές οργανώσεις. .

Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο για σχέση και χωρισμό Εκκλησίας και Πολιτείας από της πλευράς αυτής, γιατί τότε αντιμετωπίζουμε μινιμαλιστικά τόσο την Εκκλησία ότι και την Πολιτεία, συρρικνώνουμε τις έννοιες Εκκλησία και Πολιτεία με πολύ καταστρεπτικά αποτελέσματα. .

3. Τη φράση «σχέση και χωρισμός Εκκλησίας και Πολιτείας» μπορούμε να την δούμε μόνον από την άποψη της εκκλησιαστικής και κρατικής διοικήσεως. Εκείνο που πρέπει να διερευνηθεί είναι κατά πόσον ταυτίζονται και επικαλύπτονται η εκκλησιαστική και κρατική διοίκηση, οπότε σε αυτήν την περίπτωση πρέπει να γίνει ο χωρισμός. Και αυτό είναι απαραίτητο γιατί μια ταύτιση εκκλησιαστικής και κρατικής διοικήσεως οδηγεί αναπόφευκτα ή στον παποκαισαρισμό ή στον καισαροπαπισμό, τα οποία αναπτύχθηκαν στον δυτικό χώρο και χαρακτηρίζονται από τη θεοκρατία ή την πολιτειοκρατία.

Οσοι ασχολούνται με το θέμα αυτό γνωρίζουν σαφώς ότι κατά τη διάρκεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αυτό που ψευδωνύμως ονομάζουμε Βυζάντιο, δεν γινόταν ποτέ λόγος για σχέση και χωρισμό μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας, αλλά για διάκριση μεταξύ βασιλείας και ιεροσύνης και προσδιόριζαν ότι άλλο είναι το έργο της βασιλείας και άλλο το έργο της ιεροσύνης. Οι κληρικοί θεραπεύουν τους χριστιανούς, με τη Χάρη του Θεού, η οποία ενεργεί διά των μυστηρίων και της εν γένει ευαγγελικής (ασκητικής) ζωής και διά της θεραπείας τούς οδηγούν στη θέωση, ενώ ο βασιλεύς ασχολείται με τα καθημερινά προβλήματα του λαού, τη λεγομένη κοσμική διοίκηση, ακριβώς γιατί στις μεταπτωτικές κοινωνίες η εξουσία είναι απαραίτητη, είναι ένα αναγκαίο κακό, όπως και ο θάνατος! Η προσπάθεια καταργήσεως των κοσμικών εξουσιών σε μια μεταπτωτική κοινωνία συνιστά την αρχή της ουτοπίας.

Είναι σημαντικός ο λόγος του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ο οποίος οριοθετεί τη διάκριση μεταξύ των δύο διακονιών. Γράφει: «Αλλοι όροι βασιλείας και άλλοι όροι ιερωσύνης». Και στη συνέχεια αναλύοντας το θέμα γράφει ότι ο βασιλεύς «τα επί της γης έλαχεν οικονομείν, ο δε της ιερωσύνης θεσμός άνω κάθηται». «Ο βασιλεύς τα ενταύθα πεπίστευται, εγώ τα ουράνια (εγώ όταν είπω, τον ιερέα λέγω)... ο βασιλεύς σώματα εμπιστεύεται, ο δε ιερεύς ψυχάς· ο βασιλεύς λοιπάδας χρημάτων αφίησιν, ο δε ιερεύς λοιπάδας αμαρτημάτων· εκείνος όπλα έχει αισθητά, ούτος όπλα πνευματικά· εκείνος πολεμεί προς βαρβάρους, εμοί πόλεμος προς δαίμονας». Γι' αυτό τόσο ο βασιλεύς όσο και ο ιερεύς πρέπει να περιορίζονται «έσω των οικείων όρων».

Μέσα στην ίδια προοπτική ομιλεί και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, τον 8ο αιώνα, και μάλιστα σε περίοδο που ο βασιλεύς ήθελε να εισχωρήσει στα εσώτερα της Εκκλησίας και να νομοθετήσει. Ελεγε ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός: «Ου βασιλέων εστί νομοθετείν τη Εκκλησία... βασιλέων εστίν η πολιτική ευπραξία, η δε εκκλησιαστική κατάστασις ποιμένων και διδασκάλων... Υπείκομέν σοι, ω βασιλεύ, εν τοις κατά του βίου πράγμασι, φόροις, τέλεσι, δοσοληψίαις, εν οις τα καθ' ημάς εγκεχείρηται· εν δε τη εκκλησιαστική καταστάσει έχομεν τους ποιμένας, τους λαλήσαντας ημίν τον λόγον και τυπώσαντας την εκκλησιαστικήν θεσμοθεσίαν. Ου μεταίρομεν όρια αιώνια, ά έθεντο οι πατέρες ημών».

Εχοντας υπόψη του αυτήν την πατερική διδασκαλία ο αείμνηστος ακαδημαϊκός Ιωάννης Καρμίρης έγραφε: «Η Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία δεν επιζητεί να γίνη ούτε Κράτος υπέρ Κράτος, ούτε Κράτος εν κράτει, διότι αποβλέπει ουχί εις τα επίγεια, αλλ' εις τα ουράνια». .

Αυτή λοιπόν η διάκριση μεταξύ ιεροσύνης και βασιλείας, που ερμηνεύεται ως διάκριση εκκλησιαστικής και κρατικής διακονίας, συντονίζεται με τη φράση που λέγεται συχνά στις ημέρες μας «διακριτότητα των ρόλων», ότι δηλαδή οι ρόλοι των κληρικών και των κυβερνητικών παραγόντων είναι σαφώς διακριτοί.

Οι επιλογές .

Επομένως στις συζητήσεις που γίνονται για το θέμα αυτό πρέπει να αντικατασταθεί η φράση «σχέση και χωρισμός Εκκλησίας και Πολιτείας», που είναι σαφώς αδόκιμη, με τη φράση «σχέση και χωρισμός εκκλησιαστικής και κρατικής διοικήσεως», για να αποφεύγονται οι συγχύσεις και οι παρερμηνείες. Και αυτή η νέα ορολογία πρέπει να υιοθετηθεί από θεολόγους και νομικούς, γιατί διαφορετικά θα διαπληκτιζόμαστε χωρίς λόγο, αφού οι όροι Εκκλησία και Πολιτεία, με όλη την τεταμένη φόρτιση, αναπτύχθηκαν στη Δύση και σ' εμάς είναι εισαγόμενοι, οπότε αποδεικνυόμαστε απλοί μεταπράτες, όχι μόνον των όρων αλλά και των φορτισμένων εννοιών και των αντιστοίχων πρακτικών επιλογών.

4. Αν εξετάσουμε το ισχύον Σύνταγμα μέσα από αυτήν την προοπτική, θα διαπιστώσουμε ότι στα άρθρα 3 και 13, καθώς επίσης και σε αντίστοιχα άρθρα του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας, υπάρχει σαφώς διάκριση μεταξύ της εκκλησιαστικής και κρατικής διοικήσεως, αφού η Εκκλησία θεωρείται Σώμα Χριστού, είναι αυτοδιοίκητος Οργανισμός, που διοικείται βάσει των ιερών Κανόνων. Επίσης διασφαλίζεται και η θρησκευτική ελευθερία των γνωστών και αναγνωρισμένων θρησκειών. Αν σε μερικά λεπτομερειακά θέματα πρέπει να γίνει μια περαιτέρω διασάφηση της διακριτότητας των ρόλων, αυτό πρέπει να επιτευχθεί με νηφάλιο διάλογο, μέσα από τον σεβασμό της όλης διαχρονικής παράδοσης του τόπου μας. Ποτέ όμως δεν πρέπει να γίνει κάτι που θα βλάψει τον πολίτη, ο οποίος ταυτόχρονα είναι και μέλος της Εκκλησίας, και κυρίως θα βλάψει τη διαχρονική ζωντανή μας παράδοση, η οποία αποτελεί την αυθεντική ταυτότητα και αυτοσυνειδησία του Γένους μας, που είναι φιλάνθρωπη και υπερεθνική-οικουμενική, απηλλαγμένη από ρατσισμούς και εθνικισμούς, αυτονομήσεις και φιλαυτίες.

Τελειώνοντας αυτές τις σύντομες σκέψεις υπογραμμίζω και πάλι ότι πρέπει απαραίτητα να αντικατασταθεί από τις συζητήσεις μας και τα γραπτά μας κείμενα η ανεδαφική, αντιπαραδοσιακή και ξενότροπη φράση «σχέση και χωρισμός Εκκλησίας και Πολιτείας» από τη φράση «σχέση και χωρισμός εκκλησιαστικής και κρατικής διοικήσεως», που ανταποκρίνεται στη ρεαλιστικότητα του θέματος αυτού, τουλάχιστον στον δικό μας χώρο, και θα μας απελευθερώσει από αγκυλώσεως και πρακτικές ξενότροπες, οθνείες και διχαστικές.
Ποιος είναι Χριστιανός;

Υπάρχει μια σύγχυση ως προς την απάντηση αυτού του ερωτήματος. Όχι μόνο μεταξύ αυτών που χρησιμοποιούν εγκλήματα άλλων, για να κατηγορήσουν τον Χριστιανισμό, αλλά συχνά και μεταξύ των Χριστιανών. Θέλουμε λοιπόν με το άρθρο αυτό, να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους...
Η Χριστιανική πίστη, έχει σαφή και ξεκαθαρισμένα δόγματα, έχει και σαφή και ξεκαθαρισμένη πορεία που οφείλουν να ακολουθούν οι πιστοί της. Σήμερα πολλοί αλλόθρησκοι υποστηρίζουν ότι είναι Χριστιανοί. Όμως το κριτήριο για να γίνει αποδεκτός ένας τέτοιος ισχυρισμός, είναι κατ αρχήν, το πόσο προσκολλημένοι είναι οι άνθρωποι αυτοί στους λόγους του Χριστού και τις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων, και το κατά πόσον μπορούν να αποδείξουν την έγκυρη διαδοχή τους από τους αποστόλους.

Αν και διαδοχή από τους αποστόλους μπορούν να αξιώσουν πολλοί, από όλους αυτούς μόνο η Ορθόδοξη Εκκλησία όχι μόνο μπορεί να το αποδείξει, αλλά και έχει κρατήσει την Χριστιανική πίστη ανόθευτη, και αποδέχεται ανόθευτα τις Οικουμενικές Συνόδους. Κανείς δεν δικαιολογείται να αναφέρει αλλόθρησκους ως «Χριστιανούς», και να ρίχνει στην Ορθόδοξη Εκκλησία την ευθύνη για τα εγκλήματα αλλοθρήσκων, όπως είναι η Παπική Ιερά Εξέταση, οι φόνοι των Αριανών στην αρχαιότητα, όπως του Αλάριχου στην επικράτεια της Ρώμης.

Είναι όμως αλήθεια ότι αντιχριστιανική συμπεριφορά μπορεί να βρει κανείς σε κάθε χώρο, μια και οι φανατικοί δεν λείπουν από παντού. Βεβαίως τέτοια συμπεριφορά μπορεί να βρει κανείς ακόμα και σε ψευτο – Ορθοδόξους. Και η ιστορία έχει καταγράψει ελάχιστες οχλοκρατικές τέτοιες εκδηλώσεις τους που οδήγησαν σε εγκλήματα. Και λέω ψευτο - Ορθοδόξους, γιατί εδώ εντοπίζεται η σημαντική διαφορά:

Ένας Ορθόδοξος που θα συμπεριφερθεί με τέτοιο αντιχριστιανικό τρόπο προς κάποιον πλανημένο αδελφό του, κάθε άλλο παρά είναι Ορθόδοξος Χριστιανός. Αυτές είναι πράξεις αντιχριστιανικές, ΞΕΝΕΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΘΕΤΕΣ προς την Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία διδάσκει την αγάπη προς κάθε άνθρωπο, κυρίως προς τους πλανημένους Χριστιανούς.

Ο Ιησούς Χριστός είπε σαφώς: «ΑΓΑΠΑΤΕ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΧΘΡΟΥΣ ΣΑΣ» (Λουκάς 6/ς΄ 27). Είπε επίσης: «Εάν μείνετε στα δικά μου λόγια, τότε είσαστε αληθινά μαθηταί μου» (Ιωάννης 8/η΄ 31). Με βάση αυτά τα λόγια, ΟΠΟΙΟΣ ΔΕΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΘΕΩΡΗΘΕΙ ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ.

Και σήμερα, αν ανοίξουμε την εφημερίδα, θα δούμε πλήθος εγκλήματα από Χριστιανούς, και οι φυλακές είναι γεμάτες από ανθρώπους που η ταυτότητά τους γράφει: «Χριστιανός». ΕΙΝΑΙ ΟΜΩΣ ΟΛΟΙ ΑΥΤΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ; Πώς θα χαρακτηριστούν Χριστιανοί, εφ’ όσον δεν τηρούν τα λόγια του Χριστού; Άρα λοιπόν, δεν μπορεί κανείς να κατηγορήσει τον Χριστιανισμό για κακές ενέργειες που έκαναν κάποιοι ΨΕΥΤΟΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ στο όνομα του Χριστού. Και σίγουρα έγιναν πολλά έκτροπα στην ιστορία από φανατικούς ψευτοχριστιανούς, που ποτέ δεν εφάρμοσαν το λόγο του Χριστού, αλλά κινούνταν από τυφλό μίσος. Τι θα πούμε λοιπόν; Ότι φταίει ο Χριστός και η Χριστιανική πίστη, επειδή κάποιοι δεν ακολούθησαν τα λόγια Του και τη Χριστιανική πίστη; Είναι σαν να λες ότι φταίει η Ιατρική επιστήμη επειδή υπάρχουν και κομπογιαννίτες!

Όμως και αυτό ήταν αναμενόμενο και προφητευμένο ότι θα γίνει. Στην Αγία Γραφή μιλάει σαφέστατα για τους μελλοντικούς ψευτοχριστιανούς που θα εμφανίζονταν, «εξ αιτίας των οποίων η οδός της αληθείας θα βλασφημηθεί» (Β΄ Πέτρου 2/β΄ 2). Όμως δεν φταίει η οδός της αληθείας όταν κάποιοι την παραβαίνουν και συμπεριφέρονται αντιχριστιανικά. Πώς συμπεριφερόταν ο Χριστός στους αμαρτωλούς; Τον κατηγορούσαν ακριβώς επειδή συναναστρεφόταν μαζί τους! (Λουκάς 7/ζ΄ 34).

Άρα λοιπόν, αν και πράγματι υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι που ομολογούν Ορθοδοξία αλλά δεν την τηρούν, η πράξη αυτή βαρύνει όχι την Εκκλησία, αλλά ΜΟΝΟ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΙΔΙΟΥΣ, που απέτυχαν να εφαρμόσουν την πίστη τού Χριστού.

Αυτά τα παραπάνω βέβαια, δεν σημαίνουν ότι οι Χριστιανοί είναι αλάθητοι, και αναμάρτητοι. Η φανέρωση της επίγειας Εκκλησίας, γίνεται στη στιγμή της Θείας Κοινωνίας. Και όλοι γνωρίζουμε, ότι όλοι αυτοί που βλέπουμε να κοινωνάνε, ακόμα και αν κοινωνάνε με πίστη, συχνά πέφτουν σε παραπτώματα, ακόμα και σε χονδροειδείς αμαρτίες. Δεν είναι άραγε αυτοί Χριστιανοί;

Απαντώντας σε αυτό, πρέπει να θυμόμαστε, ότι η Χριστιανική Εκκλησία, διακρίνει τρεις βαθμούς στη Χριστιανική οδό. Την "Κάθαρση", τον "Φωτισμό" και τη "Θέωση".

Και οι τρεις αυτές βαθμίδες, βρίσκονται στον ίδιο δρόμο, στη Χριστιανική οδό. Και ο στόχος της κάθε μιας από τις δύο πρώτες βαθμίδας, είναι η επόμενη. Ενώ η τρίτη, είναι η πιο προχωρημένη, που υπερβαίνει τον χώρο και το χρόνο, όπως και κάθε αμαρτία. Και οι τρεις βαθμίδες, έχουν στόχο την Ομοίωση με τον Χριστό. Και όσο πιο πίσω βρίσκεται κάποιος σε αυτή την οδό, τόσο πιο ευάλωτος είναι στους πειρασμούς και τις πτώσεις στην αμαρτία.

Αυτοί που βρίσκονται στην πρώτη βαθμίδα, είναι ακόμα δέσμιοι της αμαρτίας. Είναι δούλοι της αμαρτίας, ΑΛΛΑ ΑΓΩΝΙΖΟΝΤΑΙ να την ξεπεράσουν. Είναι πνεματικά νήπια, που ακόμα αγωνίζονται να σταθούν στα πόδια τους. Παρ' όλα αυτά, είναι δυνατόν κατά καιρούς να πέφτουν, και μετά να ξανασηκώνονται, και συνεχίζουν την πορεία, σε αυτή την κακοτράχαλη οδό της ζωής, που είναι γεμάτη με εμπόδια. Και κάθε πτώση, είναι αμαρτία, δηλαδή αστοχία. Αστοχία στην πορεία για την ομοίωση προς τον Χριστό.

Σε αυτούς που αγωνίζονται πραγματικά στο Χριστιανικό δρόμο, και δεν είναι εκεί απλώς περαστικοί, ή επειδή έτυχε να "γεννηθούν" από γονείς Χριστιανούς, το κριτήριο Χριστιανικότητας, δεν είναι η αναμαρτησία. Η αμαρτία είναι δεδομένη στην αρχή αυτού του δρόμου. Το κριτήριο είναι ΤΟ ΑΝ ΑΓΩΝΙΖΟΝΤΑΙ ΝΑ ΖΟΥΝ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΠΡΟΣΤΑΓΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ. Δεν είναι κριτήριο οι πτώσεις, για να πούμε αν κάποιος είναι ή δεν είναι Χριστιανός. Κριτήριο σχετικά με τις πτώσεις, είναι το αν ο άνθρωπος θα ξανασηκωθεί, και θα συνεχίσει τον αγώνα. "Ο δίκαιος, πέφτει επτάκις και σηκώνεται" (Παροιμίες 24/κδ΄ 16). Αυτό που τον κάνει δίκαιο, (και ας πέφτει), είναι το ότι σηκώνεται!!!

Χρειάζεται λοιπόν ισορροπία στο ποιον θα θεωρήσουμε Χριστιανό. Από τη μία, θα πρέπει ο άνθρωπος αυτός, να ανήκει στην Ορθόδοξη Εκκλησία τού Χριστού, να είναι μέτοχος της Θείας Ευχαριστίας, και να αγωνίζεται να ομοιάσει στον Χριστό. Αλλά από την άλλη, να μην ξεχνάμε, ότι σε κάθε δύσκολο δρόμο, υπάρχουν και πτώσεις. Όμως οι δίκαιοι, πάντα στο τέλος σηκώνονται!
Ν. Μ.
Β) ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ

Πολύ συχνά σε συζητήσεις που έχω με ανθρώπους, οι οποίοι ενδιαφέρονται για θεολογικά θέματα, αναιρώ την άποψη ότι η Ορθοδοξία συνδέεται με την μεταφυσική. Οπωσδήποτε υπάρχει μια παραπληροφόρηση στο θέμα αυτό, αφού στην σκέψη μερικών ανθρώπων η Ορθοδοξία ταυτίζεται με τον Δυτικό Χριστιανισμό. Έτσι, πολλοί ισχυρίζονται ότι και η Ορθόδοξη Θεολογία συνδέεται με την μεταφυσική. Η αλήθεια όμως είναι ότι η Ορθοδοξία, στην αληθινή της έκφραση, όπως διατυπώνεται από τους μεγάλους Πατέρας της Εκκλησίας, δεν είναι και δεν μπορεί να είναι μεταφυσική, αλλά είναι εναντίον της μεταφυσικής. Αυτήν την νέα θεώρηση την οφείλουμε στον Καθηγητή π. Ιωάννη Ρωμανίδη.

Ο όρος μεταφυσική προήλθε από τα συγγράμματα του Αριστοτέλους, όπως τα εξέδωσε ο Ανδρόνικος ο Ρόδιος (70 π.Χ.). Δηλαδή, ο Αριστοτέλης έγραψε ένα σύγγραμμα που το ονόμασε "φυσικά", στο οποίο ασχολείται με όλα αυτά που υπάρχουν στην φύση, και συγχρόνως ένα άλλο που το ονόμασε "πρώτη φιλοσοφία", και με αυτό ασχολείται με το Όν. Ο Ανδρόνικος ο Ρόδιος, εκδότης των έργων του Αριστοτέλους, κατέταξε το σύγγραμμα "πρώτη φιλοσοφία" μετά το σύγγραμμα "φυσικά", οπότε η "πρώτη φιλοσοφία", που διερευνά το όν και επομένως η οντολογία, ονομάστηκε μεταφυσική, ακριβώς γιατί η οντολογία τοποθετήθηκε μετά τα "φυσικά".

Με αυτήν την έννοια η μεταφυσική ταυτίστηκε με την οντολογία, αφού διερευνά το όν, το οποίο κινεί τα όντα, το πρώτο ακίνητο κινούν, τον Θεό. Ο όρος μεταφυσική αποδόθηκε ακόμη σε κάθε φιλοσοφία, κλασσική και σύγχρονη, που κάνει λόγο για το Είναι, τον Θεό.

Κατά την κλασσική μεταφυσική υπάρχει μια σχέση μεταξύ του Όντος και του κόσμου. Στον νοητό κόσμο υπάρχουν τα αρχέτυπα όλων των πραγμάτων. Επομένως, τα φυσικά, όλα αυτά που υπάρχουν στον κόσμο, συνδέονται στενά με τα μεταφυσικά, τον κόσμο των ιδεών. Έτσι, η ερμηνεία του κόσμου συνδέεται, στην μεταφυσική, πάντοτε με τον κόσμο των ιδεών. Οι φιλόσοφοι μέσα από αυτό το πρίσμα προσπαθούσαν να ερμηνεύσουν το κακό που υπάρχει στην φύση. Η βιολογία, η φυσική επιστήμη, τα μαθηματικά, η αστρονομία κ.λ.π. όλες οι επιστήμες συνδέονται με τα αρχέτυπα των όντων και την θεωρία των ιδεών.

Είναι γεγονός ότι ο Δυτικός Χριστιανισμός συνδέθηκε απόλυτα με την μεταφυσική. Είναι γνωστές οι θεολογικές απόψεις που επικράτησαν στην Δύση σχετικά με την analogia entis και analogia fidei. Η λέξη analogia δηλώνει την ομοιότητα ή την αντιστοιχία των σχέσεων. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια ιδιαίτερη μέθοδο θεολογικής σκέψεως, δηλαδή για μια γνωσιολογική μέθοδο προσεγγίσεως του Θεού από τον άνθρωπο. Στην μεταφυσική πιστεύεται ότι υπάρχει μια αναλογία μεταξύ των ιδεών και του κόσμου. Ό,τι υπάρχει στον κόσμο έχει σχέση με τον αγέννητο κόσμο των ιδεών. Φαίνεται καθαρά ότι η analogia entis και η analogia fidei υποδηλώνει την σύνδεση Χριστιανικής πίστεως και μεταφυσικής, όπως έγινε στην Δύση.

Όταν όμως κατά την Αναγέννηση αναπτύχθηκαν οι επιστήμες, διαπιστώθηκε ότι τα όντα δεν συνδέονται με κάποιες ιδέες, οι οποίες είναι φαντασία των φιλοσόφων, παρά την ευγενική προσπάθειά τους να ερμηνεύσουν όλα όσα γίνονται στον κόσμο. Διαπιστώθηκε ότι η επιστήμη δεν μπορεί να παραδεχθή και να αποδείξη την ύπαρξη του κόσμου των ιδεών, οπότε οι επιστήμες που ερμηνεύουν τον κόσμο αποσυνδέθηκαν από την μεταφυσική. Η αλλαγή του κοσμοειδώλου είχε ως αποτέλεσμα να δεχθή ισχυρά κτυπήματα και ο Χριστιανισμός που στηρίχθηκε και συνδέθηκε με την μεταφυσική. Γι’ αυτό στην Δύση κλονίστηκε η πίστη και υπήρξε σοβαρός διάλογος για την σχέση μεταξύ Θρησκείας και Επιστήμης, που έφθασε μάλιστα μέχρι την σύγκρουση.

Η Ορθόδοξη Θεολογία, όπως εκφράζεται από τους μεγάλους Πατέρας της Εκκλησίας δεν συνδέθηκε ποτέ με την μεταφυσική, όπως την αναλύσαμε με συντομία πιο πάνω, γι’ αυτό και δεν υπήρξαν αυτά τα προβλήματα που παρατηρήθηκαν στον Δυτικό Χριστιανισμό. Όπου τυχόν υπήρξαν και εδώ τέτοια προβλήματα οφείλονται ή σε μεταφερόμενη από έξω διαμάχη, ή σε άγνοια εκ μέρους μερικών θεολόγων.

Στην Ορθοδοξία δεν πιστεύουμε σε διάκριση μεταξύ φυσικών και μεταφυσικών, αλλά σε διάκριση μεταξύ κτιστού και ακτίστου. Άκτιστος είναι ο Θεός και οι ενέργειές Του, και κτιστός είναι όλος ο κόσμος. Και βέβαια, όταν γίνεται λόγος για διάκριση μεταξύ κτιστού και ακτίστου, γνωρίζουμε ότι υπάρχει σαφώς μια διαφορετική οντολογία μεταξύ των δύο, αφού το άκτιστο δεν έχει αρχή, φθορά και τέλος, ενώ το κτιστό έχει συγκεκριμένη αρχή, διακρίνεται για την φθορά και δεν έχει τέλος, όχι γιατί αυτό οφείλεται στην φύση του, αλλά γιατί έτσι το θέλησε ο Δημιουργός του. Καίτοι οντολογικά υπάρχει τεράστια διαφορά μεταξύ κτιστού και ακτίστου, εν τούτοις η άκτιστη ενέργεια, χωρίς να μετατρέπεται σε κτίσμα, εισέρχεται μέσα σε όλα τα κτιστά, οπότε έτσι αποφεύγεται ο αγνωστικισμός και ο πανθεϊσμός.

Οι Πατέρες διδάσκουν ότι ο Θεός είναι πρόσωπο και όχι μια ιδέα, ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε από τον Θεό κατά θετικό τρόπο και δεν είναι ομοίωμα ή πτώση από τον κόσμο των ιδεών.

Δύο είναι τα βασικά δόγματα της κλασσικής μεταφυσικής. Το ένα ότι ο Θεός είναι ακίνητος και το άλλο ότι ο έρωτας είναι κίνηση των όντων προς τον αρχέτυπο κόσμο των ιδεών, και επομένως συνιστά μια αδυναμία. Αντίθετα, οι Πατέρες διδάσκουν ότι ο Θεός κινείται και ακόμη ο έρωτας δεν συνιστά μια αδυναμία, αφού έρως είναι και Αυτός ο Θεός. Αυτό και μόνο δείχνει ότι η Ορθόδοξη Θεολογία αρνείται την μεταφυσική.

Επομένως, η Ορθοδοξία δεν μπορεί να ερμηνευθή μέσα από την analogia entis και την analogia fidei, αλλά μέσα από την ιατρική. Η Ορθόδοξη Θεολογία είναι ιατρική επιστήμη, που θεραπεύει την νοσούσα προσωπικότητα του ανθρώπου. Καί, όπως είναι γνωστό, ποτέ η ιατρική δεν μπορεί να ταυτισθή με την μεταφυσική.

Το θέμα αυτό είναι μεγάλο. Απλώς εδώ ήθελα κατά τρόπο τηλεγραφικό να σημειώσω την διαφορά μεταξύ Ορθόδοξης Θεολογίας και Δυτικής Χριστιανικής Θεολογίας, και ακόμη ότι η Ορθόδοξη Θεολογία δεν συνδέεται με την μεταφυσική, αλλά είναι αντιμεταφυσική.
 
Σύνδεσμοι
Οδηγός Σαντορίνης
ΠΑΡΕΜΒΑΣΙΣ
ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ
ΑΠΟΛΟΓΗΤΗΣ ΥΠΕΡ Ι.Χ.Θ.Υ.Σ.
ΠΟΤΕ ΓΙΟΡΤΑΖΕΙΣ ?
ΕΘΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΗ ΓΟΝΕΩΝ
ΡεσάΛτο
I.Μ.Παντοκράτορα
Ι. Μ. ΓΕΝΕΘΛΙΟΥ της ΘΕΟΤΟΚΟΥ (ΠΕΛΑΓΙΑΣ)
Ι.Μ.ΛΕΜΕΣΟΥ
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΜΕΛΕΤΩΝ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΣΙΝΑ
H ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ
ΔΗΜΟΣ ΘΗΡΑΣ
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
EΓΚΟΛΠΙΟ
π. ΚΩΝΣΤΑΝTIΝΟΣ ΣΤΡΑΤΗΓΟΠΟΥΛΟΣ ΟΜΙΛΙΕΣ ΣΕ mp3
MAΚΡΥΓΙΑΝΝΗ «ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ»
παπα-Λύβιος
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
ΣANTORINIOS
Η Εκκλησία της Ταιβάν
Ραδιόφωνο της Ι.Μ.ΛΕΜΕΣΟΥ
ΟΡΘΟΔΟΞΟ FORUM
ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ
TO OΡΘΟΔΟΞΟ ΝΕΑΝΙΚΟ ΡΑΔΙΟΦΩΝΟ -ΡΑΔΙΟ ΦΛΟΓΑ
Ενοριακό Ιστο-Λόγιο
ΤO KAΛΛΟΣ ΘΑ ΣΩΣΗ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
Νέα
Θεολογικός Λόγος
ΤΑ ΔΥΟ ΕΙΔΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ-Γέρων π.Σωφρόνιος Σαχάρωφ
 
Ιστοσελίδα του Ενοριακού Ναού Εισοδίων Θεοτόκου Ημεροβιγλίου Θήρας - Hμεροβίγλι - ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ -
πίσω πάνω
powered by Marinet copyright © 2005
Marinet Web design and development